+306972839170 contact@pstamos.gr pstamos@gmail.com
Menu
  • ΑΡΧΙΚΗ
  • Π. Στάμος
    • Αυτοβιογραφούμενος…
    • Βιογραφικό
    • Video ντοκουμέντο
  • Συγγραφικό έργο
    • Όλα τα έργα
    • 1. Λόγος ανθηρός χειρο-νομηθείς
      • 1Α. Λόγος ανθηρός χειρο-νομηθείς
      • 1Β. Λόγος ανθηρός χειρο-νομηθείς χειρόγραφο
    • 2. Κυοφορία Σιωπής
      • 2Α. Κυοφορία Σιωπής (βιβλίο)
      • 2Β. Κυοφορία Σιωπής χειρόγραφο
      • 2Γ. Κυοφορία Σιωπής (χειρόγραφο – απαγγελία Χρίστος Τσάγκας)
    • 3. Αδήλων Όψις
      • 3Α. Αδήλων Όψις
      • 3Β. Αδήλων Όψις χειρόγραφο
    • 4. Σκιάς ποίκιλμα
    • 5. Ενδοχώρα της Ανάγκης
      • 5Α. Ενδοχώρα της Ανάγκης
      • 5Β. Ενδοχώρα της Ανάγκης χειρόγραφο
    • 6. Με των λέξεων τον πηλό
      • 6Α. Με των λέξεων τον πηλό
      • 6Β. Με των λέξεων τον πηλό χειρόγραφο
    • 7. Ιδού η Φύτρα
      • 7Α. Ιδού η Φύτρα
      • 7Β. Ιδού η Φύτρα χειρόγραφο
    • 8. Κοινοκτημοσύνη των Άστρων
      • 8Α. Κοινοκτημοσύνη των Άστρων
      • 8Β. Κοινοκτημοσύνη των Άστρων χειρόγραφο
    • 9. Αγαπάτε Καταλλήλους
      • 9Α. Αγαπάτε Καταλλήλους
      • 9Β. Αγαπάτε Καταλλήλους χειρόγραφο
  • Η βιβλιοθήκη
    • Πληροφορίες
    • Δωρεά στην Δ. Κ. Βιβλιοθήκη Λεβαδείας
    • Τα βιβλία στο πατρικό σπίτι του Παναγιώτη Δ. Στάμου
  • Το Αρχείο
    • Τα ψηφιοποιημένα βιβλία
    • Οι σημειώσεις
    • Ασπρόμαυρες Φωτογραφίες
    • Έγχρωμες Φωτογραφίες
  • Όμιλος Φίλων
    • Περί του Ομίλου Φίλων
    • Χάρτα Αρχών Λειτουργίας Ομίλου
    • Ενημερωτικά δελτία
    • Εκδηλώσεις
      • Εκδήλωση μνήμης και τιμής, 29 Οκτωβρίου 2016
      • Πλατεία Παναγιώτη Δ. Στάμου
      • Εκδήλωση για τον Παναγιώτη Δ. Στάμο στο Ζερίκι
      • Όλα τα βίντεο από τις εκδηλώσεις τιμής
  • Έγραψαν/Είπαν . . .
Facebook

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ / Ἕνας σπουδαῖος ταπεινὸς ἄνθρωπος

ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ

(Ἕνας σπουδαῖος ταπεινὸς ἄνθρωπος)

Ἐὰν ὁ Παναγιώτης Στάμος εἶχε γεννηθεῖ σὲ ἄλλη χώρα ἢ καὶ στὴν Ἑλλάδα κατὰ τὴν πρώτη μεταπολεμικὴ ἐποχή, μὲ τὴν πρώτη του ἀκόμη ποιητικὴ συλλογή, ποὺ ἔχει τὸν εὔγλωττο τίτλο «Κυοφορία Σιωπῆς», θὰ εἶχε ἀναγνωριστεῖ σὰν κορυφαῖος ποιητής. Δυστυχῶς, ἐμφανίστηκε στὰ γράμματά μας σὲ μιὰ ἐποχὴ ὅπου ἔχει κηρυχθεῖ ἡ δικτατορία τῶν μετριοτήτων, ἡ κυριαρχία τῆς παρέας, τῆς κομματικῆς στρούγκας καὶ τῶν εὐνοουμένων τῶν Μ.Μ.Ε..

Ὁ Παναγιώτης Στάμος ἀτύχησε, διότι ἤξερε γράμματα, γράμματα πολλὰ, καὶ ἐμφανίστηκε σὲ μία ἐποχὴ ἀπόλυτης κυριαρχίας τῶν ἀγραμμάτων, τῶν ἀνελλήνιστων τῶν ἀπροσδιόνυσων. Τὸν ἔφαγε ἡ ἀρχαιομάθειά του, τὸν ἔφαγε ἡ σεμνότητά του, τὸν ἔφαγε ἡ ἁπλότητά του. Δὲν ἦταν ἄνθρωπος τῆς κραυγῆς καὶ τῆς προβολῆς. Ἀμφιβάλλω ἂν ὑπῆρξε μεγαλώνυμο ἔντυπο κάτι νὰ πεῖ γιὰ τὸ ἔργο του. Ἀμφιβάλλω ἂν ἡ τηλοψία καταδέχτηκε νὰ πεῖ κάτι γιὰ τὴν πνευματική του παρουσία καὶ περιουσία. Κάποιες ἀράδες τοῦ ἀφιέρωσα ἐγὼ στὰ ἔντυπα ὅπου ἀρθρογραφοῦσα καὶ εἶχα τὴ χαρὰ κάποτε νὰ μιλήσω γι’ αὐτὸν σὲ μία ἐκδήλωση Βοιωτῶν στὸ ξενοδοχεῖο «Ὁμόνοια». Δυστυχῶς ὅμως ἡ ἐκδήλωση αὐτὴ ἦταν περισσότερο κοσμικὴ καὶ λιγότερο πνευματική. Περισσότερο ἀκουγόταν ὁ ἦχος τῶν κουταλιῶν παρὰ ὁ λόγος μου. Ἦταν ὅμως κάτι.

Σήμερα, ὅμως, σὲ αὐτὴ τὴν σπουδαία ἐκδήλωση ἐπιτρέψατε νὰ ὁμιλήσω γιὰ τὴν προσωπική μας σχέση. Τὸν Παναγιώτη τὸν γνώριζα πρὶν τὸν γνωρίσω. Τὸν γνώριζα μέσω τῶν μαθητῶν μας. Σὲ αὐτοὺς ποὺ αὐτὸς τοὺς ἔκανε μάθημα στὸ σχολεῖο καὶ ἀκολούθως ἐγὼ τοὺς ἔκανα μάθημα στὸ φροντιστήριο. Τὰ παιδιά, ἀγόρια καὶ κορίτσια, μοῦ μιλοῦσαν γιὰ ἕναν ἄνθρωπο μὲ σπάνια λεκτικὴ γοητεία, ἕναν ἄνθρωπο ποὺ σαγήνευε μὲ τὴν λεξιτεχνία του, τὸ παιχνίδισμα τῶν λέξεων καὶ τὰ λεκτικὰ εὑρήματά του.

Πέρασαν χρόνια. Εἶχα ἀποσυρθεῖ ἀπὸ τὴ φροντιστηριακὴ δράση καὶ ἀποκλειστικὰ ἀφιερωθεῖ στὴ συγγραφικὴ καὶ στὴ δημοσιογραφική. Παράλληλα μὲ τὴν ἀρθρογραφία ἐπὶ μία 12 ετία εἶχα σελίδα κριτικῆς σ’ ἐφημερίδες καὶ περιοδικά. Κάποτε, ποὺ ἐδῶ στὴ Λεβάδεια παρουσίασα τὸ τρίτομο ἔργο μου «Ἱστορία τῶν Ἀρχαίων Ἀθηνῶν», ὁ ἐλλόγιμος βιβλιοπώλης Νίκος Λαμπρόπουλός μου προσέφερε δύο βιβλία ἀγνώστου. Ἦταν τὸ «Λόγος ἀνθηρὸς χειρο-νομηθείς» καὶ τὸ «Ἀγαπᾶτε καταλλήλους». Ἔμεινα ἔκπληκτος ἀπὸ τὴν νοηματικὴ βαθύνοια, τὴν πλούσια γνώση καὶ τὴ λεκτικὴ δεξιοτεχνία. Καὶ ἔκανα – δὲν θυμᾶμαι τώρα ποῦ – ἀμέσως παρουσίαση τῶν δύο ἔργων. Μὲ συγκίνησε ἄλλωστε καὶ ἡ ἐμμονὴ τοῦ συγγραφέα στὸ παραδοσιακὸ σύστημα ὀρθογραφίας γιὰ τὸ ὁποῖο ἔδινα καὶ ἐξακολουθῶ νὰ δίνω μάχη. Μὲ σοβαρὸ κόστος βεβαίως. Καὶ ἕνα πρωὶ ἀκούω χτύπημα στὴν πόρτα μου. Ἀνοίγω καὶ βλέπω ἕναν ἄνθρωπο ντροπαλό, μετρίου ἀναστήματος, μὲ φυσιογνωμία καλλιεργημένου ἀγρότη, ποὺ σὲ μία πλαστικὴ σακούλα μου ἔφερε μία δέσμη φασκόμηλο ἢ βουνίσιου τσαγιοῦ καὶ ἕνα βαζάκι μέλι. «Εἶμαι ὁ Παναγιώτης Στάμος», μου εἶπε ντροπαλά. Καθίσαμε στὸ σαλόνι κι’ ἀπὸ τὴν κουβέντα κατάλαβα ὅτι ἦταν ὁ καθηγητὴς γιὰ τὸν ὁποῖον μοῦ μιλοῦσαν παλιὰ τὰ παιδιά. Στὶς ἑπόμενες συναντήσεις μας (ἔρχονταν πάντα μὲ τὰ πόδια ἀπὸ τὰ Μελίσσια νὰ μὲ δεῖ) πάντα, γιὰ νὰ μὲ δωροδοκήσει, συνόδευε τὴν ἐπίσκεψή του μὲ ἕνα βαζάκι μέλι. Ἀλλὰ τὸ γλυκύτερο μέλι ἔρρεε ἀπὸ τὸ στόμα. Ἦταν σὰν τὸν Νέστορα γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ Ὅμηρος λέει ὅτι ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ἔρρεε «αὐδή» δηλαδὴ λόγος «γλυκίων μέλιτος».

Μοῦ ἐμπιστεύτηκε πολλὰ βιογραφικά του στοιχεῖα καὶ μοῦ προσέφερε τὶς δύο πρῶτες  πνευματικές του δημιουργίες. Εἶχε μπεῖ κάπως ἀργὰ στὸ στίβο τῆς συγγραφῆς. Τὸ πρῶτο του ἔργο δὲν ἦταν ποιητικό˙ ἦταν ἕνα δοκίμιο ὑπὸ τὸν αἰνιγματικὸ τίτλο «Λόγος ἀνθηρὸς χειρο-νομηθείς» ποὺ κυκλοφορήθηκε ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Καστανιώτη τὸ 1983, τὴν ἴδια χρονιὰ ποὺ ἡμετέρα μετριότητα ἔθεσε σὲ κυκλοφορία τὸ βιβλίο «Ἀλαλία, ἤτοι τὸ σύγχρονο γλωσσικό μας πανόραμα». Παρότι οἱ στόχοι ἦσαν διαφορετικοί, ὑπάρχει καὶ στὰ δύο βιβλία ἕνας κοινὸς τόπος: ὁ πόνος γιὰ τὴ γλώσσα. Γράφει ὁ Παναγιώτης στὶς σελίδες 75 – 76: «Ὅταν φθίνει ἡ γλώσσα ἑνὸς λαοῦ, φθίνει καὶ ὁ ἴδιος καὶ γίνεται ἀγνώριστος, ἐπιβιώνοντας μὲν βιολογικὰ – ἀβέβαιο καὶ αὐτὸ – ἀλλὰ ἀδιάφορα, χωρὶς πρόσωπο, δηλαδὴ χωρὶς μνήμη». Ἡ σημερινὴ θλιβερή μας κατάσταση τὸ ἐπιβεβαιώνει. Τὸ βιβλίο αὐτὸ παρουσιάζεται σὰν μία ὁμιλία πρὸς μαθητὲς τοῦ Λυκείου (ὁμιλία ποὺ μπορεῖ νὰ ἔγινε) μὲ τὸν ἀκόλουθο στόχο: τὰ παιδιὰ νὰ κρατήσουν ἀδέσμευτο τὸ πνεῦμα τους ἀπὸ τὴν εἱλωτεία ποὺ ἐπιβάλλει ἡ παντοῦ δεσπόζουσα οἰκονομία. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ζῆν ὑπάρχει καὶ τὸ εὖ ζῆν. Καὶ αὐτὸ δὲν ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἀπόκτηση μόνο τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ὑπάρχει καὶ ἡ ποίηση, ἡ μουσική, ὁ ἔρωτας, τὸ θρόισμα τῶν φύλλων, τὸ χρῶμα τῆς ἀνεμώνης, τὸ τιτίβισμα τοῦ χελιδονιοῦ. Ἡ ὑποταγὴ τοῦ ἀνθρώπου στὴν οἰκονομία τὸν ἔκανε ἕνα ἐξελιγμένο κτῆνος. Χωρὶς νὰ ὑποτιμᾶ τὸν παράγοντα, δὲν τοῦ ἀναγνωρίζει κυριαρχικὸ ρόλο στὴ ζωή, γιατί ἡ κυριαρχία του ἐγκυμονεῖ τὴν καταστροφή. Κι ὅλα αὐτὰ βγαίνουν μέσα ἀπὸ μία γραφὴ ἑνὸς ἀνθηροῦ λόγου πεποικιλμένου μὲ ἀναρίθμητα ἀποσπάσματα ἀρχαίων συγγραφέων. Μὲ αὐτὸ σκοπεῖ νὰ μᾶς δείξει ὅτι οἱ ἀρχαῖοι δὲν εἶναι ξένοι μας, εἶναι αἷμα μας. Στὸ βιβλίο αὐτὸ ὁ Παναγιώτης ἐπιλογικὰ μᾶς δίνει καὶ κάποια στοιχεῖα αὐτοβιογραφικά.

«Μέχρι τὰ δώδεκα χρόνια (ὁ γράφων) διετέλεσε ἀχίτων, ἀνυπόδητος καὶ χαμαιεύνης˙ στὰ δεκατρία του ὑποδέθηκε, καὶ δὲν ὑποδύθηκε ὅμως ἔκτοτε κανένα ρόλο ὄντας, ἀνίκανος γι’ αὐτό (…). Στοὺς γονεῖς τοῦ ὀφείλει τὸ ζῆν, στὴ μητέρα τοῦ ἰδιαίτερα καὶ κάποια ἐξοικείωση μὲ τὴν αὐτοσχέδια ποίηση, δηλ. τὴν ποίηση, τὸ χορό, καὶ τὸ τραγούδι, σὰν νὰ ποῦμε κάτι ἀπὸ τὸ ’21˙  στοὺς ἀπώτατους προγόνους του τὴν ἁφή, τὴ γεύση, τὴν ὄσφρηση καὶ τὴν ὄρθια στάση. Στοὺς δασκάλους τῆς ἐγκύκλιας παιδείας του, μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἄγονης θητείας, τὴ γραφὴ καὶ τὴν ἀνάγνωση, ἱκανὰ τροφεῖα, ἐνῶ στοὺς πανεπιστημιακούς του δὲν ὀφείλει ἀπολύτως τίποτα, οὔτε καν χάριτας, καὶ τὸ θεωρεῖ ἀτύχημα ὅτι φοίτησε στὴ νομικὴ καὶ ἀποφοίτησε ἀπὸ τὴ Φιλοσοφικὴ Σχολὴ» (σ σ. 78 – 80).

Τὰ ἴδια περίπου θὰ μποροῦσα νὰ πῶ καὶ ἐγὼ γιὰ τὴν ταπεινότητά μου.  Καὶ ἀκόμη ὅτι σπουδάσαμε καὶ οἱ δύο συνεχῶς ἐργαζόμενοι. Αὐτὸ ποὺ δὲν ἔγραψε ὁ ἀείμνηστος φίλος εἶναι ὅτι γεννήθηκε στὸ ἡρωικὸ Ζερίκι ἢ Ζερίκια, τὸν νῦν Ἑλικώνα ὅπου οἱ Ἑλικωνιάδες νύμφες τοῦ χάρισαν τὴν ποιητικὴ ἐμπνοή. Εἶδε ἐκεῖ τὸ φῶς τῆς ζωῆς τὸ ἔτος 1939 ἀλλὰ τὸ 1946, λόγω τοῦ ἀρξάμενου Ἐμφυλίου Πολέμου, ἐγκαταστάθηκε μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴ Λεβάδεια ὅπου τελείωσε τὸ Γυμνάσιο. Λύκειο δὲν ὑπῆρχε τότε. Γιὰ δύο χρόνια φοίτησε στὴ Νομικὴ Σχολή, μετὰ ὁ ἀκατασίγαστος ἔρωτας πρὸς τὴν κλασσικὴ παιδεία τὸν ὤθησε πρὸς τὴ Φιλοσοφικὴ Σχολή, ἐνῶ παράλληλα βιοτικὲς ἀνάγκες γιὰ ἐνάμιση χρόνο τὸν ἔφεραν στὸ Βούπερταλ τῆς Γερμανίας. Μετὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν στρατιωτικῶν του ὑποχρεώσεων προσελήφθη στὴ Γερμανικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν, ὅπου διέπρεψε ὡς Καθηγητής, Γυμνασιάρχης καὶ Λυκειάρχης.

Τὸ πέρασμά του ἀπὸ τὴ Σχολὴ αὐτὴ, ὅπως προανέφερα, ἄφησε ἐποχή. Μετὰ τὸ πέρας τῆς διδακτικῆς του θητείας ἀρχίζει ἡ ἔντονη συγγραφικὴ θητεία, ποὺ εἶχε ἤδη ἀρχίσει πιὸ ἐνωρὶς μὲ τὸν «Ἀνθηρὸ Λόγο». Ἡ ἐπανεμφάνιση του ἀργεῖ. Μόλις τὸ 1991 εἰσέρχεται ξανὰ στὸ συγγραφικὸ στίβο, τούτη τὴ φορὰ ὡς ποιητὴς μὲ τὸ ἔργο «Κυοφορία Σιωπῆς» ποὺ κυκλοφορήθηκε ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Λωτός. Σὲ ἄλλες ἐποχὲς καὶ μόνο μὲ τὴν ποιητικὴ αὐτὴ συλλογὴ ὁ Παναγιώτης θὰ εἶχε μετοικήσει ἀπὸ τὸν Ἑλικώνα του καὶ θὰ εἶχε ἐγκατασταθεῖ σὲ μία ἀπὸ τὶς ὑψηλότερες κορφὲς τοῦ ποιητικοῦ μας Παρνασσοῦ. Δυστυχῶς μέσα στὴν τότε πνευματικὴ καὶ ποιητικὴ χλαπαταγὴ ἡ συλλογὴ τοῦ ταπεινοῦ Παναγιώτη πέρασε ἀπαρατήρητη.

Κι ὅμως τὸ ποίημα «Αὐτάρκεια» ἀρκοῦσε γιὰ νὰ τὸν καταξιώσει.Τὸ διαβάζω:

«Ἀνθεῖς

ὁλοένα περισσότερο ἀνθεῖς

προκαλώντας

ἀκόμη καὶ τὴν ἄνοιξη

μὲ τὴν αὐτάρκειά σου

 

οὔτε καν τῶν μελισσῶν

ἀνέχεσαι τὸν βόμβο

ἀγνοώντας

ὅτι ἔτσι ἀπρόσιτη ὡς εἶσαι

ἔστω καὶ μὲ τόση γύρη

 

καὶ στὴν ἴδια ἀφόρητη θὰ γίνεις

καὶ τὰ ἄνθη σου

σύντομα

καὶ αὐτὰ θὰ σὲ ξεχάσουν».

Σπάνια εὐαισθησία, ντυμένη μὲ βαθὺ στοχασμό. Κι αὐτὸ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἑλικώνιος  ποιητὴς μπῆκε στὴν ποίηση σὲ μία ἡλικία στὴν ὁποία οἱ περισσότεροι καὶ μάλιστα σημαντικοὶ –  ἀποχωροῦν. Στερεύουν. Ἀλλὰ ὁ ἀκάματος σὰν τὸν κοντοχωριανὸ τοῦ Ἡσίοδο, Βοιωτὸς ποιητὴς εἶχε ἀρχίσει μὲ πάθος νὰ καλλιεργεῖ τὸ ποιητικό του χωράφι. Κι αὐτὸ παράγει ἀγλαοὺς καρπούς. Δύο χρόνια μετὰ τὸ 1993, πάλι ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Λωτὸς ἔρχεται στὴ δημοσιότητα ἡ συλλογὴ «Ἀδήλων ὄψις». Ὅποιος τὴν διαβάσει, θὰ μὲ ψέξει διότι τὴν ὀνόμασα συλλογὴ ποιητική, ἐνῶ εἶναι συλλογὴ στοχασμῶν. Θὰ τολμήσω νὰ πῶ λόγο βαρύ: ὁ Παναγιώτης Στάμος, ὅπως ὁ Πλάτων καὶ ὁ Παπαδιαμάντης, εἶναι ποιητὴς καὶ ὅταν πεζογραφεῖ. Ἕνα παράδειγμα: «Μὲ λόγια κρύβονται τὰ λόγια˙ ἡ σιωπὴ τὰ ἀποκαλύπτει» καὶ ἕνα ἄλλο: «Ὅταν ἡ ἀνθρωπότητα ἀρμενίζει μὲ μόνη πυξίδα τὴ λογική, ἀναμενόμενος εἶναι ὁ παραλογισμός». Τὰ ζοῦμε ἔντονα στὸν παρόντα καιρό. Ὁ Παναγιώτης Στάμος ἦταν διὰ βίου, μὲ τὸν λόγο καὶ τὴ γραφή, ὑπέρμαχος τῆς εὐαισθησίας. Σπάνια ὁ ἀναγνώστης σὲ ἄλλα βιβλία θὰ βρεῖ τόσες εὐαίσθητες παρατηρήσεις γιὰ τὴ γλώσσα.

 

Τὸ 1998, πάλι ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Λωτός, ὁ Παναγιώτης παρουσιάζει νέα ποιητικὴ συλλογὴ ὑπὸ τὸν τίτλο «Σκιᾶς ποίκιλμα». Ἐδῶ ἐπιχειρεῖ συντακτικὰ τολμήματα, καθότι ὅπως γράφει στὸν πρῶτο στίχο τῆς συλλογῆς, εἶναι «λειψὸ τὸ συντακτικό της δημιουργίας». Ὁ λόγος;

«Ἢ ὁ θεὸς ἀγνοοῦσε τῆς στίξης τὰ σημεῖα

οὔτε καν μία τελεία

ἢ δίστασε μᾶλλον νὰ ἀποκαλύψει

τὶς ἀργοσάλευτες βουλές του

 

Πῶς ἀλλιῶς

νὰ ἐξηγηθοῦν τῶν ἄστρων τὰ τόσα ἀποσιωπητικά»!

 

Ἐδῶ γιὰ πρώτη φορὰ νομίζω ὅτι ὁ τιμώμενος ἀπόψε ποιητὴς ὀνομάζει τὸν ἑαυτὸ του «κηρύλο» δηλαδὴ θαλασσοπούλι, δανειζόμενος τὴ λέξη ἀπὸ τὴ φράση τοῦ Ἀλκμάνος «Κηρύλε ἁλιπόρφυρε»  ποὺ θέτει σὰν πνευματική του ἀποστολὴ νὰ ξεδιαλύνει τοῦ θεοῦ τὰ αἰνίγματα μὲ τοὺς δικούς του χρησμούς. Δεῖγμα τῆς ποιητικῆς του ἀρτιότητας εἶναι τὸ τιτλοφορούμενο ποίημα «Ἐντελέχεια». Σᾶς τὸ διαβάζω:

«Ἡ γόνιμη πέτρα

ἡ ἀνθισμένη γαζία

ἡ ἔγκυος γυναίκα

ἔχουν κάτι ἀπὸ τὴ ζύμη τοῦ θεοῦ»(σ. 13)

 

Κι ἕνα ἐκπληκτικὸ ἄτιτλο: «Χίλια ἐπὶ χείλια ἕνα ξέφωτο ἄγριες ἀνεμῶνες» (σ. 16).

Μὲ ἕνα στίχο λέει χίλια ἐπὶ χίλια πράγματα. Στὸ ποίημα «Σκιᾶς ποίκιλμα» ποὺ δίνει τὸν τίτλο σὲ ὅλη τὴ συλλογή, ὁ Παναγιώτης ἐπιχειρεῖ κάτι ποὺ πρῶτος νομίζω ἐπιχείρησε ὁ Καβάφης: τὸ ἀραίωμα τῶν λέξεων ὄχι ἀπὸ ἐκζήτηση ἀλλὰ γιατί ἔτσι ἤθελε νὰ φανεῖ τὸ ἀέρινο αἴσθημα ποὺ γεννᾶ στὶς εὐαίσθητες ψυχὲς κάθε ποίκιλμα σκιᾶς. Δυστυχῶς μοῦ λείπει τὸ «Ἐνδοχώρα ἀνάγκης»  ποὺ κυκλοφορήθηκε ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Γαβριηλίδη τὸ 2004 καὶ μὲ λύπη μου δὲν μπορῶ νὰ ἀναφερθῶ σὲ αὐτό. Ἔτσι θὰ περάσω στὴ συλλογὴ «Μὲ τῶν λέξεων τὸν πηλὸ» ποῦ βγῆκε τὸ 2005 ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Γαβριηλίδη. Οἱ λέξεις – πηλὸς ἐπιτρέπουν στὸν ποιητὴ νὰ πλάσει στίχους πρωτόφαντους, μὲ τολμηρὴ κατασκευὴ καὶ πιὸ τολμηρὴ διάταξη. Ὁ ποιητής, ὅπως λέει στὸ ποίημα «Ἀναλόγιο στὴν ἄμμο» σὰν «γητευτὴς τῶν ὄρθρων» συνθέτει ποιήματα σὰν εἰκονίσματα. Ἔτσι τὸ ποίημα μιλᾶ στὸν ἀναγνώστη ὄχι μόνο ἀναγνωστικὰ – νοηματικά, μιλᾶ καὶ ὀπτικά. Δὲν ἀποφεύγονται οὔτε οἱ ἀλγεβρικὲς πράξεις (σ. 36). Ἔτσι ἐπιτυγχάνεται ἡ «ἀγλαόκαρπη κυοφορία», ὅπως λέει στὴν ἑπόμενη σελίδα. Ἀλλὰ ὁ πλήρης στοχασμὸς καὶ προβληματισμὸς τοῦ ποιητῆ συμπυκνώνεται στὸ ποίημα – κλειδὶ «Μὲ τὸν πηλὸ τῶν λέξεων». Σᾶς τὸ διαβάζω:

«μὲ τῶν λέξεων τὸν πηλὸ

γιὰ τὸν πανόπτη ξεδιπλώνεις

τὰ φτερά σου πολικὸ

ἀλλιῶς ἄχθος μόνο ἀρούρης

οἱ λέξεις

τῆς ἐπιλογῆς τὰ φίλτρα

χαρίζουν στὰ μάτια τὴν πυξίδα ˙

ὅταν πελαγώνεις

κᾶνε κουπιὰ τὶς λέξεις

μὲ τὰ ἅγια του φεγγαριοῦ

ἀδερφώνονται οὔτε τὰ φωτόνια

καὶ τὴ γύρη τῶν ὀνείρων

στὴ σεμνὴ τῶν κυμάτων τὴν ἀνάσα» (σ. 25)

 

Μὲ τὴν ἑπόμενη συλλογὴ «Ἰδοὺ ἡ φύτρα», πάλι ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Γαβριηλίδη ποὺ εἶδε τὸ φῶς τῆς δημοσιότητας τὸ 2006, μία συλλογὴ ἰσόπνοη μὲ τὴν προηγούμενη, ὁ Παναγιώτης ξεκινᾶ μὲ μία ἀναφορὰ στὸν παντοτινὸ ἐμπνευστὴ του τὸν Ὅμηρο, καὶ θὰ μᾶς δώσει μία σειρὰ ποιημάτων ὅπου χάρις στὸν πηλὸ τῶν λέξεων ὁ ἀρχαῖος λόγος σύν-ράφεται μὲ τὸν σύγχρονο καὶ μᾶς δίνουν καὶ οἱ δύο μαζὶ ἕνα ἐξαίσιο πνευματικὸ ἔνδυμα μὲ στίχους – ποικίλματα ὅπως: «Βάθρο ἡ δικαιοσύνη ἡ ἀδικία βόθρος» (σ. 37). Δὲν λείπουν οἱ τεχνικὲς καινοτομίες, ὅπου οἱ στίχοι λειτουργοῦν σὰν κλάσματα, ἀλλὰ πουθενὰ δὲν κλᾶται, δηλαδὴ δὲν θραύεται, τὸ νόημα καὶ τὸ αἴσθημα. Ὑπάρχουν ἀκόμη ὀλιγοστοιχα ποιήματα ποὺ κρύβουν βαθύτατα συναισθηματικὴ σοφία ὅπως τὸ «Ἡ χλόη καὶ τὸ πρόβατο».

Σᾶς τὸ διαβάζω:

«μηρυκάζει τὸ πρόβατο

χαίρεται ἡ χλόη

ἔτσι τουλάχιστον δὲν ξεράθηκε»

 

Καὶ ἕνα ἄτιτλο μονόστιχο:

«Ὁ πυρήνας τοῦ δῆθεν ἡ μήτρα τῆς αὐθαιρεσίας».

 

Θὰ σταθῶ ὅμως σ’ ἕνα ὑπέροχο διδακτικό. Ἐπιγράφεται «ὁ δρόμος τῆς παγίδας». Ἀξίζει νὰ τὸ ἀκούσουμε:

«παγίδες στήνει στοὺς ἄλλους

ὅταν ὅμως καὶ αὐτοὶ σὲ μιμηθοῦν

οὔτε τῆς νύχτας δὲν σὲ σώζει τὸ σκοτάδι

τὸ δικό της δρόμο ἔχει ἡ παγίδα

δὲν γνωρίζει ἀφεντικὰ ˙

ἀλλοῦ ἀνθίζει ἡ γαλήνη» (σ. 40).

 

Ὅσοι ἔχουν διαβάσει κάποια ἀπὸ τὰ βιβλία τοῦ Παναγιώτη Στάμου θὰ ἔχουν παρατηρήσει ὅτι ἀποφεύγει τὰ σημεῖα στίξης, καὶ ὅτι δὲν ἀρχίζει τὸ κάθε ποίημα μὲ κεφαλαῖο γράμμα. Τὸ κεφάλαιο τὸ ἀποφεύγει ἀκόμα καὶ μετὰ τὴν τελεία. Αὐθαιρεσία, παραξενιά, ἐπιζήτηση πρωτοτυπίας; Ἴσως ναί, ἴσως ὄχι.

Θαρρῶ ὅτι τὸ κεφαλαῖο γράμμα εἶναι ἀρχηγικὸ καὶ ὁ δικαιόφρων Παναγιώτης θέλει γιὰ ὅλα τὰ γράμματα ἰσότητα. Εἶναι μία ἄποψη πιθανῶς ὄχι σωστὴ ποὺ εἶμαι βέβαιος ὅτι δὲν θὰ ἀπέρριπτε ὁ ἀείμνηστος ποιητής.

Φοβᾶμαι ὅτι σᾶς κούρασα πιθανῶς, καὶ σπεύδω νὰ κλείσω μὲ τὸ τελευταῖο ἔργο τοῦ συμπατριώτη σας, ἕνα ἔργο ποὺ ἀγάπησα πολὺ καὶ γιὰ αὐτὸ συχνὰ κάποιες φράσεις τοῦ ἐπαναχρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τὴ δική μου γραφίδα. Πρόκειται γιὰ τὸ «Ἀγαπᾶτε κατάλληλους» ποὺ κυκλοφορήθηκε πάλι ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Γαβριηλίδη τὸ ἔτος 2009.

Καὶ καὶ μόνον ὁ τίτλος ἠχεῖ σὰν ἠχηρὸ χαστούκι στὶς εὐτραφεῖς παρειὲς μίας κοινωνίας, πού, ὅπως προσημειώνεται στὸ «Ἰδοὺ φύτρα», πιστεύει πὼς εἶναι «ἄθλος ἡ ἀθλιότητα». Καὶ προσθέτω: ἄθλος καὶ ἡ σαχλότητα. Εἶχα τὴ χαρὰ νὰ γράψω ἄρθρο μὲ τίτλο τὸν τίτλο τοῦ βιβλίου αὐτοῦ καὶ συχνὰ νὰ ἀναφερθῶ σὲ αὐτό, ἐπειδὴ φρονῶ ὅτι τοῦτο τὸ βιβλίο ἀποτελεῖ ἕνα σταθμὸ στὰ γράμματά μας. Ὑπάρχει ἕνας βαθὺς καημὸς ποὺ συγκαλύπτεται μὲ τὸν σαρκασμό. Πρόκειται γιὰ ἔργο διαλογικὸ περίτεχνα δομημένο στὰ πρότυπά του Λουκιανοῦ.

Ὁ διάλογος ἀνάμεσα σὲ δύο πρόσωπα, τὴν τηλεπαρουσιάστρια Ντάνυ Ντάουν (κατὰ κόσμον Ἄρτεμη Δαουνὰ) καὶ τὸν Τζὰκ Χάι (κατὰ κόσμον Ἰάκωβο Χαϊδόπουλο), καθηγητὴ – ἀναλυτή της στρατηγικῆς της γλώσσας. Ὁ ἐν λόγω Τζὰκ Χάι ἐπωμίζεται τὸ ρόλο νὰ ἐκφράσει τὸ μαῦρο μας τὸ χάλι ὄχι μόνο σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴ γλώσσα ἀλλὰ γενικότερα σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις της τότε νεοπλουτικῆς ζωῆς μας. Ὁ Παναγιώτης εἶχε διαισθανθεῖ ὅτι ἤδη εἴχαμε εἰσέλθει σὲ μία κοασματικὴ γλωσσικὴ πραγματικότητα. Μιλᾶ βαρύγδουπα ὁ Τζὰκ Χάι:

«Θὰ μπῶ στρέιτ στὸ θέμα, ντογροῦ. Θὰ τὰ πῶ ντρέτα, ἂν καὶ σὲ ἦχο πλάγιο Δ’, ἀφοῦ ἡ σφαιρικὴ ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος σχετίζεται μὲ τὴ μαξιμαλιστικὴ ἀπόδοση τῆς μίνιμουμ δυνατότητας, στὴ βάση μίας μεταλλαγῆς τῆς προϋπάρχουσας κουλτούρας σὲ μία ὑποστρουκτούρα ποὺ θὰ ἀποτελέσει τὸν φόντο ἑνὸς ἐποικοδομήματος στὸ πλαίσιο μίας διαλεκτικῆς ἀνατροφοδοτικῆς  ἀλληλεπίδρασης διαφορετικῶν δομικῶν ἐπιπέδων, σὲ ἕνα σημεῖο ἁρμογῆς ποὺ ἁρμόζει καὶ ταυτίζεται μὲ τὰ ἀπωθημένα ὄνειρα αὐτοῦ του ὥριμου λαοῦ, μὲ προοπτικὴ τὴν προώθηση τῶν συμμετοχικῶν διαδικασιῶν ἐνόψει της νέας κοινωνίας τοῦ 2000 μ. Χ., μὲ συγχωρεῖτε π. Χ.! »

Καὶ ἀπαντᾶ ἡ τσαπερδόνα Ντάνυ Ντάουν:

«Ὅλα αὐτά, κύριε Χάι, εἶναι σοφὰ καὶ πρωτάκουστα, κύρια καὶ σαφῆ. Ἐγὼ τὰ σακουλεύτηκα στὸ πὶτς – φυτίλι, στὸ μινοῦτο ποὺ λένε» (σ σ. 23 – 24)

Σήμερα ὅλοι τὰ ἀκοῦμε καθημερινὰ ἀλλὰ δὲν τὰ «σακουλεβόμαστε» στὸ πὶτς – φιτίλι. Γίναμε μία κοινωνία βατράχων σὰν αὐτὴ τοῦ Ἀριστοφάνη. Κοάζουμε, δὲν μιλοῦμε – ἁπλῶς σαχλολογοῦμε . Κι  ὅταν σαχλολογοῦμε, τότε καὶ σαχλὰ σκεπτόμαστε. Στὴ θέση τοῦ μυαλοῦ οἱ περισσότεροι παλιότερα εἶχαν τοποθετήσει μία ντουντούκα, τώρα οἱ νεότεροι μία ἠλεκτρονικὴ συσκευή. Ἀλλὰ προσοχὴ τὸ πᾶν στὴ ζωὴ εἶναι τὸ ν’ ἀγαπᾶς κατάλληλους. Ὄμορφα καὶ τακτικὰ νὰ πηγαίνεις μὲ ἐκεῖνον ποὺ νικᾶ, ὅπως λέει ἐξίσου σαρκαστικὰ ὁ Κώστας Βάρναλης.

Μετὰ τὸ ἔργο αὐτὸ εἴχαμε μία τακτικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Παναγιώτη. Βλεπόμαστε, τὰ λέγαμε. Ἴσως καὶ νὰ κλαίγαμε. Πρὶν ἀπὸ τρία νομίζω χρόνια τὸ τηλέφωνο του ἠχοῦσε ἀλλὰ ὁ ἴδιος δὲν λαλοῦσε. Εἶχε πέσει σὲ ἄνοια. Βάσκανη μοίρα ἔπληξε αὐτὸ τὸ δυνατὸ καὶ πάντα παραγωγικὸ μυαλό. Ἀπὸ τὸν φίλο μου Νίκο Κελέρμενο ἔμαθα ὅτι ὁ Παναγιώτης πέθανε στὴν ἀγκαλιὰ τῶν οἰκείων του. Ἔφυγε στὶς 8 Ἀπριλίου 2016, τὸν μήνα ποὺ ἔφυγε γιὰ τὴν Κάτω Γῆ καὶ ὁ ἥρωας τῆς Λεβάδειας καὶ τῆς Ἀλαμάνας. Τὰ λουλούδια ποὺ τόσο ἀγάπησαν καὶ οἱ δύο ἔκλαιγαν στὴ θανή τους. Δὲν ξέρω ἂν ἡ πολιτεία καὶ ἡ ἑλληνικὴ κοινωνία ξέρουν τὸ τί τζοβαϊρικὸ ἀξετίμητο ἔχασαν. Ὅσοι ὅμως τὸ ξέρουμε πρέπει νὰ κρατήσουμε ἄσβεστη τὴ μνήμη του.

Ὁ Παναγιώτης ζῆ τώρα μέσα ἀπὸ τὰ βιβλία του.

ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ

Λαύριο 1 Αὐγούστου 2016

 

Ρήσεις . . .

. . . ὁ ἄνθρωπος βαυκαλίζεται μέ καί στραγγαλίζεται ἀπό τήν ἔννοια τῆς προόδου, χωρίς νά άναρωτηθεῖ κἄν, ὄχι πρός τά ποῦ ὁδεύει προοδεύοντας, ἀλλά γιά τό ὀφθαλμοφανές: πῶς ένας κόσμος, πού διαρκώς προοδεύει, δέ γίνεται καλύτερος.

Λόγος ανθηρός χειρο-νομηθείς / σ 16

μὲ τὴν αἰωνιότητα       /   κερδίζεται ἡ μέρα και χάνεται ἡ ζωὴ      

ΚΥΟΦΟΡΙΑ ΣΙΩΠΗΣ / ΕΝΑ ΚΛΙΚ ΠΑΝΩ ΕΝΑ ΚΛΙΚ ΚΑΤΩ

Πρῶτα «ἁμαρτάνει» ὁ ἄνθρωπος καὶ ὕστερα ὁρίζει τί εἶναι ἡ ἁμαρτία.

ΑΔΗΛΩΝ ΟΨΙΣ / σ 16

Κληρονόμος  τῆς  στιγμῆς  ἡ  αἰωνιότητα 

ΣΚΙΑΣ ΠΟΙΚΙΛΜΑ / Σ 61

Χειροκρότημα τοῦ ἑνὸς χεριοῦ      ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία  /  τὸ ἄλλο χέρι     ἡ παριὰ τοῦ ἡττημένου.    

ΕΝΔΟΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ / ΣΥΝΩΡΙΣ

Γόνιμες οἱ λέξεις,  στείρα ἡ γλώσσα

ΜΕ ΤΟΝ ΛΕΞΕΩΝ ΤΟΝ ΠΗΛΟ / ΑΣΗΜΟΚΛΩΣΤΗ Η ΓΛΩΣΣΑ (Σ 30)

Δὲν ἐποίει  βλέπων ἂλλ’  ἔβλεπε ποιῶν (ἀναφορὰ στὸν Ὅμηρο)

ΙΔΟΥ Η ΦΥΤΡΑ / Σ 7

συνωστισμὸς στῆς μοναξιᾶς τὶς στράτες

ΚΟΙΝΟΚΤΗΜΟΣΥΝΗ ΤΩΝ ΑΣΤΡΩΝ / σ 13

Ἔξω ἀπὸ τὸ σύστημα τῆς γλώσσας ὁ λαὸς δὲ θάλλει, φυλλορροεῖ διαρκῶς μέχρι ποὺ νά ξεραθοῦν κι οἱ ρίζες του.

ΑΓΑΠΑΤΕ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΥΣ / Σ 30

Χίλια ἐπὶ χείλια . . . ἕνα ξέφωτο ἄγριες ἀνεμῶνες

ΣΚΙΑΣ ΠΟΙΚΙΛΜΑ

Επικοινωνία
Για μας

Ο «Όμιλος Φίλων Παναγιώτη Στάμου», αποτελεί ένωση προσώπων, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, και συστάθηκε με σκοπό τη γνωστοποίηση, ανάλυση και διάδοση του πνευματικού έργου του διακεκριμένου φιλόλογου, δασκάλου, λογοτέχνη και ποιητή Παναγιώτη Δ. Στάμου. Αυτός ο ιστότοπος φτιάχτηκε για την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού.

Γρήγορη σύνδεση
  • Π. Στάμος
  • Το συγγραφικό έργο
  • Όμιλος Φίλων
  • Εκδηλώσεις
  • Έγραψαν/Είπαν…
Άμεση επικοινωνία

Phone : +306972839170

Fax : +3022610 81028

Email : contact@pstamos.gr

Copyright © 2017. All rights reserved. Όμιλος Φίλων Παναγιώτη Στάμου